An ion is a charged species, an atom or a molecule, that has lost or gained one or more electrons.
Ένα ιόν είναι ένα φορτισμένο χημικό είδος, ένα άτομο ή ένα μόριο, το οποίο έχει χάσει ή αποκτήσει ένα ή περισσότερα ηλεκτρόνια.
When an atom loses an electron and thus has more protons than electrons, the atom is a positively charged ion or cation.
Όταν ένα άτομο χάνει ένα ηλεκτρόνιο και έχει έτσι περισσότερα πρωτόνια από ότι ηλεκτρόνια, το άτομο είναι ένα θετικά φορτισμένο ιόν ή κατιόν.
When an atom gains an electron and thus has more electrons than protons, the atom is a negatively charged ion or anion.
Όταν ένα άτομο παίρνει ένα ηλεκτρόνιο και έχει έτσι περισσότερα ηλεκτρόνια από ότι πρωτόνια, το άτομο είναι ένα αρνητικά φορτισμένο ιόν ή ανιόν.
Cations and anions can form a crystalline lattice of neutral salts, such as the Na+ and Cl− ions forming sodium chloride, or NaCl.
Τα κατιόντα και τα ανιόντα μπορούν να σχηματίσουν ένα κρυσταλλικό πλέγμα ουδέτερων αλάτων, όπως τα ιόντα Na+ και Cl-, τα οποία σχηματίζουν το χλωριούχο νάτριο ή NaCl.
Examples of polyatomic ions that do not split up during acid-base reactions are hydroxide (OH−) and phosphate (PO43−).
Παραδείγματα πολυατομικών ιόντων που δεν διασπώνται κατά τη διάρκεια αντιδράσεων οξέος-βάσεως είναι το υδροξείδιο (OH-) και το φωσφορικό (PO43-).
Plasma is composed of gaseous matter that has been completely ionized, usually through high temperature.
Το πλάσμα αποτελείται από αέρια ύλη η οποία έχει ιονιστεί πλήρως, συνήθως μέσω υψηλής θερμοκρασίας.