A person with MS can have almost any neurological symptom or sign, with autonomic, visual, motor, and sensory problems being the most common. |
Ένα άτομο με σκλήρυνση κατά πλάκας είναι δυνατό να εμφανίσει οποιοδήποτε σύμπτωμα ή σημάδι. Συνήθως τα προβλήματα αφορούν οπτικά, κινητικά, αισθητηριακά και θέματα αυτονομίας. |
The specific symptoms are determined by the locations of the lesions within the nervous system, and may include loss of sensitivity or changes in sensation such as tingling, pins and needles or numbness, muscle weakness, blurred vision, very pronounced reflexes, muscle spasms, or difficulty in moving; difficulties with coordination and balance (ataxia); problems with speech or swallowing, visual problems (nystagmus, optic neuritis or double vision), feeling tired, acute or chronic pain, and bladder and bowel difficulties, among others. |
Τα συμπτώματα καθορίζονται κάθε φορά από σημείο που εντοπίζεται η βλάβη στο νευρικό σύστημα και μπορεί να περιλαμβάνουν απώλεια ή αλλαγές στην αίσθηση όπως μυρμήγκιασμα, τσιμπήματα ή μούδιασμα, μυική αδυναμία, θόλωση της όρασης, πολύ έντονα αντανακλαστικά, μυϊκούς σπασμούς ή δυσκολία στην κίνηση, δυσκολίες στον συντονισμό και την ισορροπία (αταξία), προβλήματα ομιλίας ή κατάποσης, προβλήματα όρασης (νυσταγμός, οπτική νευρίτιδα ή διπλωπία), αίσθημα κόπωσης, οξύ ή χρόνιο πόνο και προβλήματα με την ουροδόχο κύστη και το έντερο, μεταξύ άλλων. |
Difficulties thinking and emotional problems such as depression or unstable mood are also common. |
Οι δυσκολίες στη σκέψη και τα συναισθηματικά προβλήματα, όπως η κατάθλιψη ή η ευμετάβλητη διάθεση είναι επίσης συνηθισμένα. |
Uhthoff's phenomenon, a worsening of symptoms due to exposure to higher than usual temperatures, and Lhermitte's sign, an electrical sensation that runs down the back when bending the neck, are particularly characteristic of MS. The main measure of disability and severity is the expanded disability status scale (EDSS), with other measures such as the multiple sclerosis functional composite being increasingly used in research. |
Το φαινόμενο του Uhthoff, η επιδείνωση, δηλαδή, των συμπτωμάτων λόγω της έκθεσης σε θερμοκρασίες άνω του συνηθισμένου, και το σημείο Lhermitte, το αίσθημα ηλεκτρικής εκκένωσης κατά μήκος της σπονδυλικής στήλης κατά την κάμψη του αυχένα, είναι ιδιαιτέρως χαρακτηριστικά της πολλαπλής σκλήρυνσης. Το βασικότερο μέτρο της αναπηρίας και της σοβαρότητας της ασθένειας είναι η διευρυμένη κλίμακα κατάστασης αναπηρίας (EDSS), καθώς και άλλες μετρήσεις όπως το λειτουργικό σύνθετο της πολλαπλής σκλήρυνσης να χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο στην έρευνα. |
The condition begins in 85% of cases as a clinically isolated syndrome (CIS) over a number of days with 45% having motor or sensory problems, 20% having optic neuritis, and 10% having symptoms related to brainstem dysfunction, while the remaining 25% have more than one of the previous difficulties. |
Η πάθηση ξεκινά στο το 85% των περιπτώσεων ως κλινικά απομονωμένο σύνδρομο (ΚΑΣ) για το διάστημα ορισμένων ημερών. Από το σύνολο, το 45% αφορά κινητικά ή αισθητηριακά προβλήματα, το 20% παρουσιάζει οπτική νευρίτιδα, και το 10% εκδηλώνει συμπτώματα που σχετίζονται με τη δυσλειτουργία του εγκεφαλικού στελέχους, ενώ το υπόλοιπο 25% αντιμετωπίζει περισσότερες από μια από τις δυσκολίες που αναφέρθηκαν. |
The course of symptoms occurs in two main patterns initially: either as episodes of sudden worsening that last a few days to months (called relapses, exacerbations, bouts, attacks, or flare-ups) followed by improvement (85% of cases) or as a gradual worsening over time without periods of recovery (10-15% of cases). |
Τα συμπτώματα ακολουθούν, αρχικά, μια από δύο βασικές πορείες: είτε ως επεισόδια αιφνίδιας επιδείνωσης που διαρκούν από μερικές μέρες μέχρι μήνες (που ονομάζονται υποτροπές, παροξυσμοί, κρίσεις, προσβολές ή εξάρσεις) και ακολουθούνται από βελτίωση (στο 85% των περιπτώσεων), ή ως σταδιακή επιδείνωση με την πάροδο του χρόνου χωρίς περιόδους ανάκαμψης (10-15% των περιπτώσεων). |
A combination of these two patterns may also occur or people may start in a relapsing and remitting course that then becomes progressive later on. |
Ένας συνδυασμός των δύο αυτών περιπτώσεων είναι, επίσης, πιθανό να παρουσιαστεί, ή μπορεί τα άτομα να εκδηλώνουν την υποτροπιάζουσα - διαλείπουσα μορφή της νόσου, η οποία στη συνέχεια κάνει μια μετάβαση σε προϊούσα μορφή. |
Relapses are usually not predictable, occurring without warning. |
Οι υποτροπές συνήθως δεν είναι προβλέψιμες και συμβαίνουν απροειδοποίητα. |
Exacerbations rarely occur more frequently than twice per year. |
Παροξυσμοί σπάνια παρουσιάζονται συχνότερα από δυο φορές ετησίως. |
Some relapses, however, are preceded by common triggers and they occur more frequently during spring and summer. |
Ορισμένες υποτροπές, ωστόσο, προκαλούνται από καθημερινούς παράγοντες και συμβαίνουν συχνότερα κατά τη διάρκεια της άνοιξης και του καλοκαιριού. |
Similarly, viral infections such as the common cold, influenza, or gastroenteritis increase their risk. |
Παρομοίως, ιογενείς λοιμώξεις όπως το κοινό κρυολόγημα, η γρίπη ή η γαστρεντερίτιδα αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισής τους. |
Stress may also trigger an attack. |
Το άγχος μπορεί, επίσης, να προκαλέσει κρίση. |
Women with MS who become pregnant experience fewer relapses; however, during the first months after delivery the risk increases. |
Οι έγκυες γυναίκες παρουσιάζουν μειωμένο κίνδυνο υποτροπής, ωστόσο, κατά τη διάρκεια των πρώτων μηνών μετά τον τοκετό, ο κίνδυνος αυξάνεται. |
Overall, pregnancy does not seem to influence long-term disability. |
Γενικότερα, η εγκυμοσύνη δεν φαίνεται να επηρεάζει την μακροπρόθεσμη αναπηρία. |
Many events have been found not to affect relapse rates including vaccination, breast feeding, physical trauma, and Uhthoff's phenomenon. |
Πολλά γεγονότα, όπως ο εμβολιασμός, ο θηλασμός, ο σωματικός τραυματισμός και το φαινόμενο του Uhthoff έχει βρεθεί πως δεν επηρεάζουν την υποτροπή. |